Του Δρ.Ν. Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη.
Μεταδιδακτορικού Ερευνητή Νομικής ΑΠΘ
δικηγόρου-διαπιστευμένου διαμεσολαβητή-DPO
Εισαγωγή
Μετά το 2013 έχουν αυξηθεί ραγδαία οι αποποιήσεις κληρονομιών, αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της υπέρμετρης φορολογικής επιβάρυνσης των ακινήτων αφού συγγενείς χρεωμένων θανόντων έσπευδαν στα Ειρηνοδικεία για να αποποιηθούν τις κληρονομιές λόγω χρεών αλλά και αδυναμίας συντήρησης ακινήτων. Η αποδοχή, η αποδοχή επ’ ωφελεία απογραφής αλλά και η αποποίηση συνιστούν αμετάκλητες μονομερείς δικαιοπραξίες αμετάκλητη. Αυτές γίνονται από τον κληρονόμο ενώπιον του γραμματέα του Ειρηνοδικείου που κατοικούσε ο θανών. Οι προθεσμία για την αποποίηση είναι τέσσερις μήνες μετά το θάνατο ή μετά από τη δημοσίευση διαθήκης του θανόντα.
Δυστυχώς, δεν λείπουν περιπτώσεις κληρονόμων που δεν αποποιήθηκαν εμπρόθεσμα, είτε γιατί δεν τους ενημέρωσαν οι συγγενείς των προηγούμενων τάξεων είτε γιατί -ιδίως οι στενοί συγγενείς της πρώτης τάξης- αγνοούσαν την ύπαρξη χρεών. Η παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας για αποποίηση συνεπάγεται την κατά πλάσμα του νόμου αποδοχή της κληρονομιάς. Εναντίον αυτής ο κληρονόμος μπορεί να στραφεί δικαστικά ζητώντας την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής επικαλούμενος πλάνη.
Η πλάνη ως λόγος ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής
Ειδικότερα, ο κληρονόμος θα πρέπει να αποδείξει την ανυπαίτια άγνοιά του τόσο αν έχουν προηγηθεί αποποιήσεις άλλων τάξεων (στενότερων συγγενών του θανόντα) όσο και αν υπάρχει παθητικό στην κληρονομιά. Τουναντίον αν γνώριζε τα δύο παραπάνω θα είχε προβεί εντός της τετράμηνης αποσβεστική προθεσμίας σε υποβολή της δήλωσης αποποίησης.
Χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις είναι η ανυπαρξία διαπροσωπικών σχέσεων είτε με τον κληρονομούμενο είτε με τους συγγενείς των προηγούμενων τάξεων. Νομολογείται ότι ο κληρονόμος αγνοεί την επαγωγή της κληρονομιάς σε αυτόν όταν αυτός δεν λαμβάνει γνώση των αποποιήσεων της προηγούμενης τάξης της κληρονομιάς του θανόντα.[1] Βεβαίως, τονίζεται ότι μόνο η γνώση του θανάτου του κληρονομουμένου δεν αρκεί για να θεμελιωθεί γνώση της επαγωγής. Αντιθέτως απαιτείται η συνδρομή μεταγενέστερων γεγονότων και ιδίως η αποποίηση προηγούμενης τάξης.[2] Ακόμα και αν έχει ο κληρονόμος που καλείται στην κληρονομιά τυπικές σχέσεις με τους συγγενείς, δε σημαίνει ότι αυτοδικαίως οι δύο πλευρές φροντίζουν και επιμελούνται κοινά συμφέροντα.[3]
Ο κληρονόμος σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει δικαστικώς να επιδιώξει την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς λόγω πλάνης. Τούτο καθώς η κατά πλάσμα του νόμου αποδοχή του, δε συμφωνεί με τη βούλησή του. Είναι δεδομένο ότι η βούληση του κληρονόμου για μη αποδοχή αναφέρεται στο σπουδαιότερο σημείο για την αποδοχή, την αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής ή την αποποίηση της κληρονομιάς: Τέτοιο είναι το ύψος του παθητικού -των χρεών- της κληρονομιάς.
Κριτήρια για τη βούληση προς αποποίηση, είναι το χρέος του θανόντα· ιδίως όταν είναι μεγάλο σε σχέση με την αξία της περιουσίας (ενεργητικό), πόσο δε μάλλον όταν δεν υπάρχει καν περιουσία. Άλλος παράγοντας είναι οι αποποιήσεις και όχι η αποδοχή -έστω και με το ευεργέτημα της απογραφής- των προηγούμενων κληρονόμων. Επίσης ρόλο παίζει και το κατά πόσο επαρκεί ή όχι η προσωπική περιουσία του κληρονόμου για να αποπληρωθεί το χρέος του θανόντα. Εφόσον συντρέχουν τα ανωτέρω (αλλά και άλλοι παράγοντες, σε περιπτωσιολογικές προσεγγίσεις) συνεπάγεται ότι αν ο κληρονόμος που δεν αποποιήθηκε είχε ενημερωθεί για τις αποποιήσεις των προηγούμενων τάξεων ή για τα χρέη της κληρονομιάς -δηλαδή την αληθινή κατάσταση ως προς την επαγωγή σε αυτόν και την ύπαρξη παθητικού- δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης.
Ουσιώδης η πλάνη
Ακυρώνεται η πλασματική αποδοχή όταν η πλάνη αφορά το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομιάς. Τέτοια πλάνη υφίσταται όταν αποδειχθεί δικαστικώς ότι ο κληρονόμος τελούσε σε άγνοια περί την ύπαρξη της τετράμηνης προθεσμίας περί αποποίησης του άρθρου 1847 ΑΚ και των συνεπειών της άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας κατ’ άρθρο 1850 ΑΚ.[4]Κρίνεται σκόπιμο να υπογραμμιστεί ότι η άγνοια που δημιουργήθηκε μεταξύ διάστασης της βούλησής του κληρονόμου που δεν αποποιήθηκε ή δεν αποδέχθηκε επ’ ωφελεία απογραφής και της κατά πλάσμα του νόμου δήλωσης αποδοχής του πρέπει να είναι ουσιώδης. Μόνο τότε θεμελιώνεται το περιγραφόμενο δικαίωμα προσβολής της δήλωσης πλασματικής αποδοχής λόγω πλάνης. Έτσι, θα πρέπει ο κληρονόμος δικαστικώς να αποδείξει ότι δικαιολογημένα αγνοούσε τόσο τις αποποιήσεις της προηγούμενης τάξης όσο και το χρέος του θανόντα.[5] Ωστόσο, μόνο η μη πλάνη περί του ύψους του ενεργητικού ή το παθητικό δε θεωρείται ουσιώδης, κατ’ άρθρο 1857 παρ. 3 ΑΚ.Επιπρόσθετα, ο κληρονόμος καλείται να αποδείξει ότι την ίδια στιγμή δεν είχε τις εξειδικευμένες νομικές γνώσεις ερμηνείας και εφαρμογής κληρονομικού δικαίου ούτε γνώριζε τη σχετική με τα κληρονομικά θέματα νομοθεσία. Συνεπώς αγνοώντας ο κληρονόμος τις τυχόν αποποιήσεις προηγούμενων συγγενών αλλά και τα χρέη του κληρονομούμενου, θα προέβαινε τελικά σε αποποίηση κληρονομιάς ή σε αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής.[6]
Διαδικαστικές ενέργειες
Κρίσιμος χρόνος για την άσκηση αγωγή ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής είναι η στιγμή που η ουσιώδης πλάνη στην οποία υπέπεσε ο κληρονόμος αποκαλυφθεί σε αυτόν. Ουσιαστικά όταν ο κληρονόμος λαμβάνει γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς σε αυτόν. Από τη στιγμή εκείνη θα πρέπει εντός αποκλειστικής προθεσμίας 6 μηνών να ασκήσει αγωγή κατ’ άρθρο 1857 παρ. 2 ΑΚ.[7]
Καθ’ ύλη αρμόδιο δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο λόγω του μη αποτιμητού σε χρήμα αιτήματος κατ’ άρθρο 18 ΚΠολΔ. Τοπικά αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του κληρονομουμένου κατ’ άρθρο 30 ΚΠολΔ.[8]
Με την αγωγή του ο κληρονόμος θα πρέπει να στραφεί κατά αυτού που ο θανών είχε χρέος, ως έλκων νόμιμο συμφέρον δανειστής της κληρονομιάς. Άλλωστε ο δανειστής έχει πάντοτε όφελος από την οριστική κτήση μίας κληρονομιάς.[9] Ταυτόχρονα θα πρέπει να στραφεί κατά των επόμενων ή των ίδιων στην κληρονομική τάξη συγγενών του. Οι τελευταίοι νομιμοποιούνται παθητικά νομιμοποιούμενων ως κληρονόμοι στους οποίους θα επαχθεί η κληρονομιά μετά την τυχόν αποδοχή της αγωγής.[10]
Tέλος, αν η απόφαση επί της αγωγής είναι καταφατική, τότε εντός τεσσάρων μηνών από την τελεσιδικία της θα πρέπει ο κληρονόμος να προβεί σε αποποίηση της κληρονομιάς.[11]
Συμπεράσματα
Σε περίπτωση αποποίησης της κληρονομάς, ή θανάτου χρεωμένου κληρονομουμένου, οι συγγενείς και κληρονόμοι του θα πρέπει εντός τετραμήνου να αποποιηθούν ή να αποδεχθούν με το ευεργέτημα της απογραφής. Ειδάλλως τεκμαίρεται ότι έχουν αποδεχθεί. Η ακύρωση της αποδοχής γίνεται δικαστικώς, κατά τη νέα τακτική διαδικασία και στηρίζεται στα άρθρα 140, 141, 155, 157, 1847, 1850, 1857 παρ. 2 του Αστικού Κώδικα και 176, 178, 179 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Για την απόδειξή της θα πρέπει να προσκομιστούν έγγραφα και ο ενάγων να επιμεληθεί την εξέταση μαρτύρων με ένορκη βεβαίωση (λόγω της μη προφορικότητας μαρτυρικών καταθέσεων στη νέα τακτική διαδικασία μετά το Ν. 4335/2015). Μετά την τυχόν έκδοση απόφασης επί έφεσης ή την παρέλευση της προθεσμίας άσκησης ενδίκων μέσων η υπόθεση καθίσταται τελεσίδικη και τότε ο κληρονόμος θα πρέπει εντός τετραμήνου να προβεί σε δήλωση αποποίησης ή αποδοχής επ’ ωφελεία απογραφής.
[1] ΑΠ 426/2002, δημοσ. σε Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου, τ. 2004, σ. 111.
[2] ΑΠ 10541/2015, δημοσ. σε ΤΝΠ Ισοκράτης, και, ΑΠ 1534/2011, δημοσ. σε ιστότοπο Αρείου Πάγου.
[3] ΠΠΘ 7110/2018, δημοσ. σε Αρμενόπουλο, τ. 2018, σ. 590.
[4] ΟλΑΠ 3/1989, δημοσ. σε Νομικό Βήμα, τ. 38, σ. 607, σε Αρχείο Νομολογίας, τ. 1989, σ. 229 και σε Εφημερίδα Ελλήνων Νομικών, τ. 1989, σ. 621, αλλά και εντεύθεν ΑΠ 426/2002, δημοσ. σε Νομικό Βήμα, τ. 50, σ. 1862, ΑΠ 858/1990, δημοσ. σε Εφημερίδα Ελλήνων Νομικών, τ. 1991, σ. 274 και ΑΠ 1211/2008, δημοσ. σε Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου, τ. 9, σ. 229.
[5] ΕφΘεσ 1739/2019, δημοσ. σε ΤΝΠ Nomos, αρ. 764888.
[6] ΠΠΙων 67/2018, δημοσ. σε ΤΝΠ Nomos, αρ. 724261.
[7] Απόστολος Γεωργιάδης (2010), Κληρονομικό Δίκαιο, Αθήνα: εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, σ. 652, καθώς και ΠΠΒολ 11/2018, δημοσ. σε Αρμενόπουλο, τ. 2018, σ. 44, 7110/2018 ΠΠΘ, ό.π. και ΠΠΛαρ 106/2017 δημοσ. σε Δικογραφία, τ. Γ’, ετ. 2017.
[8] Βασίλειος Βαθρακοκοίλης (2010), Ερμηνεία-Νομολογία Αστικού Κώδικα, Αθήνα: εκδ. Σάκκουλας, τ. Στ’. σ. 622 επ.
[9] Σταμάτης Κουμάνης (2015), Η αποποίηση της κληρονομιάς, Αθήνα: εκδ. Σάκκουλας, σ. 336-339 καθώς και ΑΠ 951/2013, δημοσ. σε Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου, τ. 2014, σ. 602, ΑΠ 1087/2011, δημοσ. σε ιστότοπο Αρείου Πάγου, ΕφΑθ 287/2019 δημοσ. σε ΤΝΠ Nomos, αρ. 765016 και ΕφΑθ 2226/2013, δημοσ. σε Ελληνική Δικαιοσύνη, τ. 2014, σ. 490.
[10] Διονύσιος Φλάμπουρας (2004), «Άρθρο 1857», σε Μιχαήλ Σταθόπουλο & Απόστολο Γεωργιάδη, Σύντομη Ερμηνεία Αστικού Δικαίου, Αθήνα: εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, τ. ΙΙ, σ. 1371, καθώς και ΑΠ 572/2016, δημοσ. σε ιστότοπο Αρείου Πάγου, ΑΠ 338/2004, δημοσ. σε Ελληνική Δικαιοσύνη, τ. 2005, σ. 1451 και ΠΠΡοδ 102/2018 δημοσ. σε ΤΝΠ Nomos 759241.
[11] ΕφΑθ 10711/1994, δημοσ. σε Ελληνική Δικαιοσύνη, τ. 1995, σ. 689.